Κατάρρευση της γερμανικής κυβέρνησης – ένα νέο στάδιο στην κρίση του γερμανικού καπιταλισμού

Ανάλυση για την πρόσφατη κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία και την κρίση του γερμανικού καπιταλισμού.

[Source]

Η συγκυβέρνηση του Σολτς κατέρρευσε. Η πολύμηνη διαμάχη για το προσχέδιο για τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό του 2025 κατέληξε σε ρήξη ανάμεσα στον καγκελάριο Σολτς και τον υπουργό οικονομικών και επικεφαλής του FDP (Σ.τ.Μ.: Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα – ένα δεξιό φιλελεύθερο κόμμα). O κυβερνητικός συνασπισμός, που αποτελούνταν από το SPD, τους Πράσινους και το FDP (Σ.τ.Μ.: σχηματίστηκε μετά τις εθνικές εκλογές του 2021) κλήθηκε να διαχειριστεί την κρίση του γερμανικού καπιταλισμού. Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά η Γερμανία βρίσκεται σε ύφεση. Η κρίση έχει διχάσει την άρχουσα τάξη για το τι πρέπει να κάνει. Ένα από τα κεντρικά ζητήματα στα οποία διαφωνούν είναι αν είναι ώριμες οι συνθήκες για μια γενικευμένη επίθεση στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα.

Ένα έγγραφο του – πλέον πρώην – ομοσπονδιακού υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ δόθηκε στη δημοσιότητα, δήθεν ακούσια. Στο κείμενο αυτό ο Λίντνερ επέκρινε τις οικονομικές πολιτικές των εταίρων του στον συνασπισμό. Τόνιζε την ανάγκη για σοβαρές αλλαγές στην οικονομική πολιτική ως προϋπόθεση για να παραμείνει το κόμμα του στη συγκυβέρνηση. Το SPD και οι Πράσινοι το απέρριψαν. Τελικά, ο καγκελάριος Σολτς (επικεφαλής του SPD) απομάκρυνε τον υπουργό Οικονομικών θέτοντας έτσι και τέλος στον κυβερνητικό συνασπισμό.

Το τέλος της κυβέρνησης δείχνει πόσο βαθιά είναι η κρίση του καπιταλισμού στη Γερμανία. Σύμφωνα με το Γερμανικό Οικονομικό Ινστιτούτο, για να παραμείνουν ανταγωνιστικοί, οι Γερμανοί καπιταλιστές χρειάζονται επενδύσεις τουλάχιστον 600 δισ. ευρώ τα επόμενα δέκα χρόνια. Το κράτος θα πρέπει επίσης να επενδύσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια σε εξοπλισμούς και όπλα. Ποιος θα πληρώσει για όλα αυτά;

Το FDP θεωρεί ότι έχει τη λύση για να βρεθούν τα απαραίτητα κεφάλαια. Θέλει να επιτεθεί σκληρά στην εργατική τάξη. Θέλει να μειώσει τα επιδόματα στους Γερμανούς εργάτες αλλά και στους πρόσφυγες, να ανεβάσει τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και να αυξήσει τις ώρες εργασίας. Επιπλέον, θέλει να μειώσει τις κρατικές δαπάνες για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για την οποία, όπως ισχυρίζεται το συγκεκριμένο έγγραφο, η Γερμανία δίνει περισσότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Υποστηρίζει επίσης την ανάγκη για φοροελαφρύνσεις στο μεγάλο κεφάλαιο. Ο Λίντνερ πρότεινε επιπρόσθετα να ακυρωθούν οι στόχοι για το κλίμα για τη Γερμανία και να περιοριστούν οι επενδύσεις για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Οι Γερμανοί καπιταλιστές εξέφρασαν την ικανοποίηση τους για τις προτάσεις του πρώην υπουργού Οικονομικών. Ο Στέφαν Βολφ, επικεφαλής της Gesamtmetall (της ένωσης των βιομηχάνων μετάλλου και ηλεκτρισμού), επαίνεσε τα μέτρα που προτείνονται στο συγκεκριμένο κείμενο ως «πολύ καλά» δεδομένης της δραματικής κατάστασης της γερμανικής οικονομίας. Ο πρόεδρος του CDU (Χριστιανοδημοκράτες) και υποψήφιος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, εξέφρασε επίσης την συμφωνία του με πολλά σημεία του κειμένου.

Αλλά το SPD και οι Πράσινοι δεν συμφώνησαν. Ακόμη και χωρίς το πρόωρο τέλος της συγκυβέρνησης, η προεκλογική εκστρατεία για τις τακτικές ομοσπονδιακές εκλογές το φθινόπωρο του 2025 θα ξεκινούσε σύντομα. Το SPD απέρριψε αμέσως τις προτάσεις του κειμένου του FDP όταν αυτό δημοσιεύτηκε. Ως σοσιαλδημοκράτες, οι ηγέτες του SPD θέλουν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των καπιταλιστών, αλλά είναι αναγκασμένοι να πουλάνε το παραμύθι ότι υποστηρίζουν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Με τις γερμανικές εκλογές να είναι κοντά, μια κατά μέτωπο επίθεση στη εργατική τάξη θα σήμαινε πολιτική «αυτοκτονία» για το SPD, που είναι ήδη απαξιωμένο και σε κρίση. Οι Πράσινοι, που έχουν επίσης απαξιωθεί, προσπαθούν και αυτοί να αντισταθούν σε οποιαδήποτε υποχώρηση από τις πολιτικές που έχουν σχέση με την προστασία του περιβάλλοντος.

Και τα δύο κόμματα ήθελαν να χρηματοδοτήσουν τα σχέδιά τους χωρίς μεγάλες επιθέσεις στις μάζες. Όμως οι απαραίτητες επενδύσεις δεν μπορούν να γίνουν μόνο μέσω του δανεισμού. Οι καπιταλιστές θέλουν χαλάρωση του λεγόμενου «φρένου του χρέους» (Σ.τ.Μ.: ενός νόμου του 2009 που απαγορεύει στην κυβέρνηση να δανείζεται πάνω από το 0,35% του ΑΕΠ ετησίως) για να δοθεί άφθονο κρατικό χρήμα στο κεφάλαιο ενώ παράλληλα ζητούν σκληρή λιτότητα. Το κόμμα που ενσαρκώνει ακριβώς αυτήν την προσέγγιση είναι το CDU.

Οι πρόωρες εκλογές θα γίνουν όπως όλα δείχνουν στις αρχές του 2025. Σύμφωνα με τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, επίκειται ένα μεγάλος συνασπισμός μεταξύ του CDU και του SPD – με καγκελάριο τον Μερτς. Αυτή θα ήταν η καλύτερη επιλογή για το κεφάλαιο. Για να πραγματοποιήσει τις περικοπές που έχουν ανάγκη οι καπιταλιστές, το CDU χρειάζεται έναν εταίρο που θα επιδιώξει να συγκρατήσει την εργατική τάξη. Το SPD, με τις ρίζες του στα συνδικάτα και τις επαγγελματικές ενώσεις, θα μπορούσε να πλασάρει στην εργατική τάξη τις επερχόμενες περικοπές ως αναγκαιότητα για να «σωθεί η δημοκρατία». Το CDU αποκλείει το ενδεχόμενο συνασπισμού με τους Πράσινους. Μια τέτοια κυβέρνηση θα ήταν η μόνη επιλογή για μια κυβέρνηση χωρίς τη συμμετοχή του ακροδεξιού AfD.

Υπάρχει ήδη συμφωνία μεταξύ του CDU και του SPD για μια αντιμεταναστευτική πολιτική, τον επανεξοπλισμό και τη λιτότητα στο εσωτερικό. Μετά την επίθεση στο Σόλινγκεν (Σ.τ.Μ.: τρομοκρατική επίθεση με μαχαίρι, με 3 νεκρούς), η ενίσχυση των εξουσιών των σωμάτων ασφαλείας και του κράτους απέτυχε μόνο λόγω των ενστάσεων του FDP. Η κυβέρνηση ψήφισε πρόσφατα ένα ψήφισμα «κατά του αντισημιτισμού» μαζί με το CDU και το AfD. Όποιος αμφισβητεί το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ θα αντιμετωπίσει σκληρές ποινές. Και τα δύο κόμματα υποστηρίζουν επίσης τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία.

Ο συνασπισμός του Σολτς ήταν εξαρχής μία κυβέρνηση κρίσης. Το ίδιο θα ισχύει και για μια κυβέρνηση SPD και CDU και όλες τις άλλες μελλοντικές κυβερνήσεις. Η κρίση στη γερμανική οικονομία δεν μπορεί να λυθεί στο πλαίσιο του καπιταλισμού, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον. Η άρχουσα τάξη αντιμετωπίζει μια απελπιστική κατάσταση. Ακόμα κι αν συνεχίσουν να αυξάνουν το χρέος, κάποια στιγμή θα πρέπει να το αποπληρώσουν. Και θα το κάνουν επιτιθέμενοι σκληρά στην εργατική τάξη.

Οι καπιταλιστές παρουσιάζουν αυτές τις επιθέσεις ως αναγκαίο κακό για να σταματήσουν την αποβιομηχάνιση, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας. Όμως οι επιχειρήσεις δεν έχουν επενδύσει εδώ και δεκαετίες και δεν θα το κάνουν τώρα, ανεξάρτητα από τα «κίνητρα» που τους παρέχει το κράτος.

Το σύστημα βρίσκεται σε βαθιά κρίση παγκοσμίως. Σε όλο τον πλανήτη βλέπουμε τον λυσσασμένο αγώνα για αγορές να εντείνεται, λόγω της παγκόσμιας κρίσης υπερπαραγωγής. Οι πόλεμοι και ο προστατευτισμός είναι εκφράσεις αυτού του γεγονότος.

Η Γερμανία δεν θα μπορέσει να ανταπεξέλθει στον ανταγωνισμό με τα «μεγάλα ψάρια» όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα. Η άρχουσα τάξη προσπαθεί να στηριχθεί στην ΕΕ, αλλά και αυτή αποτελείται από εθνικά κράτη που ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Η παρακμή του γερμανικού καπιταλισμού είναι μη αναστρέψιμη.

Στις επερχόμενες εκλογές δεν υπάρχει κόμμα που να εκπροσωπεί πραγματικά τα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Η Αριστερά δίνει πάλι συμβουλές για το πώς μπορεί να σωθεί το σάπιο στάτους κβο. Προγραμματικά, το AfD υπερασπίζεται τις ίδιες πολιτικές που θέλουν να πραγματοποιήσουν το FDP και το CDU. Ταυτόχρονα, αποτρέπει έναν ενιαίο αγώνα της εργατικής τάξης χωρίζοντας τους εργάτες με βάση την εθνικότητα, το φύλο, τη σεξουαλικότητα και τη θρησκεία.

Αν θέλετε πραγματικά να αγωνιστείτε ενάντια στο AfD, τον Σολτς, τον Μερτς και το σύστημα που υποστηρίζουν, ελάτε μαζί μας στον αγώνα για το χτίσιμο του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Δισεκατομμύρια ευρώ χαραμίζονται στην απέλπιδα προσπάθεια να σωθεί ο παρηκμασμένος γερμανικός καπιταλισμός. Δισεκατομμύρια σπαταλιούνται σε πολέμους που σπέρνουν τον θάνατο και τη δυστυχία σε εκατομμύρια ανθρώπους. Ταυτόχρονα, το βιοτικό επίπεδο και τα δημοκρατικά δικαιώματα των μαζών δέχονται διαρκώς επιθέσεις. Η μόνη διέξοδος από αυτόν τον εφιάλτη θα γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρη, σε όλο και ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας: είναι η επανάσταση!